...η Πορτογαλία αποτελεί έναν άλυτο γρίφο μόνο για εκείνους (που είναι και οι περισσότεροι) οι οποίοι αγνοούν τί είναι μια επανάσταση. Ακόμη και οι ειλικρινείς άλλα συγχυσμένοι επαναστάτες, στέκονται αμήχανοι μπροστά στην κατάρρευση ενός κινήματος που τόσο σπουδαίο τους είχε φανεί λίγους μήνες νωρίτερα.
Αυτή η έλλειψη κατανόησης οφείλεται σε μια σύγχυση.
Η Πορτογαλία απεικονίζει τι είναι ικανό να κάνει το προλεταριάτο, δείχνοντας για μια ακόμη φορά πως το κεφάλαιο πρέπει να το πάρει σοβαρά υπ' όψιν. Η προλεταριακή δράση μπορεί να μην είναι η κινητήρια δύναμη της Ιστορίας, όμως, στο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο, συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο της εξέλιξης κάθε σύγχρονης καπιταλιστικής χώρας.
Εν πάση περιπτώσει, αυτή η έκρηξη στο ιστορικό προσκήνιο δεν είναι αυτομάτως συνώνυμη της επαναστατικής περιόδου. Η θεωρητική ανάμειξη αυτών των δυο σημαίνει το να συγχέεις την επανάσταση με το αντίθετο της. Το να μιλά κανείς για “Πορτογαλική επανάσταση”, είναι σαν να συγχέει την επανάσταση με την αναδιοργάνωση του κεφαλαίου.
Όσο το προλεταριάτο παραμένει εντός των οικονομικών και πολιτικών ορίων του καπιταλισμού, όχι μόνο η βάση της κοινωνίας παραμένει αναλλοίωτη, άλλα ακόμη και οι μεταρρυθμίσεις που έχουν επιτευχθεί (πολιτικές ελευθερίες και οικονομικά αιτήματα), είναι μοιραίο να έχουν μια εφήμερη ύπαρξη. Οτιδήποτε παραχωρεί το κεφάλαιο υπό την πίεση της εργατικής τάξης, μπορεί να το πάρει πίσω, εν όλο η εν μέρη, μόλις η πίεση χαλαρώσει: όποιο κίνημα αρκείται να ασκεί πιέσεις στον καπιταλισμό, υπογράφει την καταδίκη του. Όσο οι προλετάριοι δρουν κατ' αυτόν τον τρόπο, απλώς χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο.
Η πορτογαλική δικτατορία είχε πάψει να είναι η κατάλληλη μορφή για την ανάπτυξη του εθνικού κεφαλαίου, όπως αποδεικνύει η ανικανότητα της να επιλύσει το αποικιακό ζήτημα. Αντί να πλουτίζουν την μητρόπολη, οι αποικίες την αποσταθεροποίησαν.
Ευτυχώς, έτοιμος να πολεμήσει τον “φασισμό” ήταν...ο στρατός. Όντας η μόνη οργανωμένη δύναμη της χώρας, μόνο ο στρατός μπορούσε να επιφέρει αλλαγές- όσο για την επιτυχή πραγματοποίησή τους,αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Ενεργώντας κατά συνήθεια, τυφλωμένες από τον ρόλο και τις αξιώσεις τους για εξουσία εντός των πλαισίων του κεφαλαίου, η Αριστερά και η άκρα Αριστερά ανακάλυψαν μια εντυπωσιακή ανατροπή στο στρατό. Ενώ στο παρελθόν δεν θεωρούσαν τους αξιωματικούς παρά αποικιοκράτες βασανιστές, τώρα ανακάλυψαν έναν Λαϊκό Στρατό. Με την βοήθεια της κοινωνιολογίας, έδειξαν την λαϊκή προέλευση και τις βλέψεις των στρατιωτικών ηγετών οι οποίες υποτίθεται ότι θα τους έκαναν να κλίνουν προς το σοσιαλισμό. Εκείνο που έμενε ήταν να καλλιεργήσουν τις καλές προθέσεις αυτών των αξιωματικών, οι οποίοι, όπως μας έλεγαν, το μόνο που ζητούσαν ήταν να φωτιστούν από τους “μαρξιστές”.
Ολόκληρος ο κόσμος, από το P.S. (σοσιαλιστικό κόμμα) έως τους πλέον ακραίους αριστερούς συνωμοτούσε για να αποκρύψει το απλό γεγονός ότι το καπιταλιστικό Κράτος δεν είχε εξαφανιστεί και ότι ο στρατός παρέμενε το βασικό όργανο του.
Επειδή λοιπόν κάποιες ρωγμές στον κρατικό μηχανισμό προσέφεραν τη δυνατότητα πρόσβασης στους αγωνιστές της εργατικής τάξης, μας έλεγαν ότι το Κράτος έχει αλλάξει λειτουργία.
Επειδή χρησιμοποιούσε μια λαϊκίστικη γλώσσα, θεωρούσαν πως ο στρατός ήταν με το μέρος των εργατών .
Επειδή επικρατούσε μια σχετική ελευθερία του λόγου, έκριναν ότι η “εργατική δημοκρατία” (το θεμέλιο του σοσιαλισμού, όπως όλοι γνωρίζουν) είχε εδραιωθεί γερά. Οπωσδήποτε υπήρξε μια σειρά προειδοποιητικών σημάτων και αλλαγών, όσον αφορά την εξουσία, με τα οποία το Κράτος φανέρωνε τον παλιό εαυτό του.
Για ακόμη μια φορά, η Αριστερά και η άκρα Αριστερά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ήταν απαραίτητο να ασκήσουν ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις στο Κράτος, χωρίς όμως να του επιτεθούν, φοβούμενες μήπως πέσει στα χέρια της “Δεξιάς”. Εν τούτοις, πραγματοποίησαν ακριβώς το πρόγραμμα της Δεξιάς, προσθέτοντας όμως κάτι για το οποίο η Δεξιά είναι γενικώς ανίκανη : την ενσωμάτωση των μαζών.
Το άνοιγμα του Κράτους σε επιρροές της “Αριστεράς” σημαίνει μάλλον την ενίσχυση του παρά το μαρασμό του. Η Αριστερά έθεσε την λαϊκή ιδεολογία και τον ενθουσιασμό των εργατών στην υπηρεσία ανοικοδόμησης του Πορτογαλικού εθνικού καπιταλισμού.
Η συμμαχία ανάμεσα στην Αριστερά και το στρατό ήταν επισφαλής. Η Αριστερά προσέφερε τις μάζες, ο στρατός τη σταθερότητα την οποία εγγυάτο η απειλή των όπλων του. Ήταν απαραίτητο΄
το P.C.P και το P.S.P (κομμουνιστικό και σοσιαλιστικό κόμμα αντίστοιχα) να ελέγχουν τις μάζες προσεκτικά. Για να γίνει αυτό, έπρεπε να παραχωρήσουν υλικά πλεονεκτήματα, κάτι πολύ επικίνδυνο για έναν αδύναμο καπιταλισμό- εξού και οι αντιφάσεις και οι διαδοχικές πολιτικές αναδιευθετήσεις. Οι “εργατικές” οργανώσεις είναι ικανές να εξουσιάζουν τους εργάτες, όχι όμως και να προσφέρουν στο κεφάλαιο τα κέρδη που απαιτεί. Επομένως, ήταν αναγκαίο να επιλύσουν την αντίφαση και να επαναφέρουν την πειθαρχία. Η υποτιθέμενη επανάσταση είχε χρησιμεύσει στο να εκτονώσει τους πλέον αδιάλλακτους, να αποθαρρύνει τους άλλους και να απομονώσει -στην πραγματικότητα να καταστείλει- τους επαναστάτες. Εν συνεχεία το Κράτος επενέβη ωμά, δείχνοντας πειστικά ότι ποτέ δεν είχε εξαφανιστεί. Εκείνοι που επιχείρησαν να κατακτήσουν το κράτος εκ των έσω, το μόνο που πέτυχαν ήταν να το διατηρήσουν την κρίσιμη στιγμή. Ένα επαναστατικό κίνημα δεν είναι εφικτό στην Πορτογαλία, αλλά εξαρτάται από ένα ευρύτερο πλαίσιο και, πάντως, θα είναι εφικτό μόνο επί διαφορετικών βάσεων από εκείνες του καπιταλιστικό-δημοκρατικού κινήματος του Απριλίου του 1974.
Ο αγώνας των εργατών, ακόμη και με ρεφορμιστικούς στόχους, δημιουργεί προβλήματα στο κεφάλαιο, και επιπλέον, αποτελεί την αναγκαία εμπειρία προκειμένου να προετοιμαστεί το προλεταριάτο για την επανάσταση. Ο αγώνας προετοιμάζει το μέλλον : όμως αυτή η προετοιμασία μπορεί να οδηγήσει σε δυο κατευθύνσεις -τίποτε δεν είναι αυτόματο- μπορεί με την ίδια ευκολία να καταπνίξει ή να ενισχύσει το Κομμουνιστικό κίνημα. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν αρκεί να υπερτονίζουμε την “αυτονομία” της εργατικής δράσης. Η αυτονομία δεν είναι μια αρχή περισσότερο επαναστατική απ' ότι ο “σχεδιασμός” από μια μειοψηφία. Η επανάσταση δεν υπερτονίζει περισσότερο την δημοκρατία από τη δικτατορία.
Οι προλετάριοι μπορούν να διατηρήσουν τον έλεγχο του αγώνα, μόνο εφαρμόζοντας συγκεκριμένα μέτρα. Εάν περιοριστούν στην ρεφορμιστική δράση, αργά η γρήγορα ο αγώνας θα ξεφύγει από τον έλεγχο τους και θα αναληφθεί από ένα εξειδικευμένο όργανο συνδικαλιστικού τύπου, το οποίο μπορεί να αυτοαποκλιθεί συνδικάτο ή “επιτροπή βάσης”. Η αυτονομία δεν είναι μια επαναστατική αρετή καθεαυτή. Κάθε μορφή οργάνωσης εξαρτάται από το περιεχόμενο του σκοπού για τον οποίο δημιουργήθηκε. Η έμφαση δεν μπορεί να δοθεί στην αυτενέργεια των εργατών, αλλά στην Κομμουνιστική προοπτική, της οποίας μόνο η πραγμάτωση βοηθά ουσιαστικά στο να μην περιέλθει η δράση της εργατικής τάξης υπό την ηγεσία των παραδοσιακών κομμάτων και συνδικάτων. Το περιεχόμενο αυτής της δράσης είναι το αποφασιστικό κριτήριο: Η επανάσταση δεν είναι απλώς ζήτημα του τί θέλει η “πλειοψηφία”. Το να δίνεται προτεραιότητα στην αυτονομία των εργατών οδηγεί σε αδιέξοδο.
Ο εργατισμός ενίοτε αποτελεί μια υγιή αντίδραση, αλλά είναι αναπόφευκτα καταστροφικός όταν γίνεται αυτοσκοπός. Ο εργατισμός έχει την τάση να επικαλείται τα αποφασιστικά καθήκοντα της επανάστασης. Εν ονόματι της εργατικής “δημοκρατίας”, περιορίζει τους προλετάριους στην καπιταλιστική επιχείρηση με τα προβλήματα της παραγωγής (μη συλλαμβάνοντας την επανάσταση ως καταστροφής της επιχείρησης ως τέτοιας). Επιπλέον ο εργατισμός μυθοποιεί το πρόβλημα του Κράτους, ενώ, στην καλύτερη περίπτωση, επανεφευρίσκει τον “επαναστατικό συνδικαλισμό”....
..“Για να γίνει μια επανάσταση, είναι απαραίτητο να υπάρξει τουλάχιστον η απαρχή μια επίθεσης εναντίων των ριζών της κοινωνίας : του Κράτους και της οικονομικής οργάνωσης.” ..
Ζαν Μπαρώ
εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος
ΚΑΜΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
ΘΑ ΜΑΣΤΕ ΠΡΟΒΟΚΑΤΟΡΕΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ
ΘΑ ΜΑΣΤΕ ΠΡΟΒΟΚΑΤΟΡΕΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ